Παδιά ήταν ακόμα και οι δυό τους, 21 χρονών ξεπεταρούδια, όταν γνωρίστηκαν. Γειτονόπουλα, στα παιδικά τους χρόνια πήγαιναν μαζί στα αγγλικά. Στο γυμνάσιο άλλαξαν σχολεία και να που το έφερε η μοίρα να βρεθούν ξανά νεαροί ενήλικες πια.
Εκείνη πήγαινε στο πανεπιστήμιο 2ετής φοιτήτρια, όταν εκείνο το καλοκαίρι κάποιοι κοινοί τους φίλοι τους έφεραν ξανά σε επαφή. Εκείνος δούλευε ήδη σε δική του δουλειά. "Δεν είσαι εσύ που πηγαίναμε αγγλικά μαζί?" τον ρώτησε η κοπέλα όταν βρέθηκαν. Όντως, το μικροκαμωμένο παιδάκι που έπαιζε όλο μπάλα στα διαλλείματα, ήταν ο νεαρός μπροστά της. Γύρισαν σπίτι μαζί από τον καφέ, τα λέμε είπαν και χαιρετήθηκαν.
Το καλοκαίρι προχωρούσε και έγινε μια πρόσκληση και για τους δυό σε κοινωνική εκδήλωση εκτός Αθηνών. Προέκυψε πως θα πήγαιναν και οι δυό τους εκεί. Με χαρά η κοπέλα περίμενε να φτάσει ο καιρός για να πάει στην εκδήλωση που είχε προσκληθεί. Συναντήθηκαν τυχαία στο δρόμο και επιβεβαίωσαν τη συμμετοχή τους.
Μπήκε Αύγουστος, η βαλίτσα έτοιμη για αναχώρηση για την ολιγοήμερη απόδραση. Έφτασαν στον προορισμό τους και τακτοποιήθηκαν στα δωμάτιά τους. Η παρέα αποτελούνταν από μικρότερους και μεγαλύτερους σε ηλικία, ένα πολύχρωμο πλήθος που είχε μαζευτεί για την περίσταση. Έκαναν κάποιες βόλτες, πήγαιναν για μπάνιο στη πισίνα, χαζολογούσαν με χαλαρή διάθεση, όντας σε διακοπές.
Ένα βράδυ καθώς πήγαιναν για ύπνο, καληνυχτίστηκαν και η κοπέλα πήγε στο δωμάτιό της για να κοιμηθεί. Έβγαλε τα ρούχα της και φόρεσε ένα καλοκαιρινό ανάλαφρο νυχτικάκι. Έπεσε στο κρεβάτι και τότε από το ανοιχτό παράθυρο τον άκουσε να κάνει θόρυβο από το διπλανό δωμάτιο. Έκανε να γυρίσει πλευρό, μα τότε άκουσε ένα χτύπημα στη πόρτα της. "Να περάσω?" της είπε σιγανά. Άνοιξε την πόρτα και πέρασε μέσα. Εκείνος φορούσε μόνον ένα σορτάκι και το σώμα του καλογυμνασμένο ξεπρόβαλλε με την φρεσκάδα των 21 Μαϊων που μετρούσε.
Κοιτάχτηκαν για λίγο και τα χείλη τους ενώθηκαν σε ένα παθιασμένο φιλί. Οι γλώσσες τους άγγιζαν διερευνητικά το στόμα του ενός και του άλλου και η γλύκα του φιλιού τους έκανε να λαχταρούν όλο και περισσότερο. Την οδήγησε στο κρεββάτι, ξάπλωσαν κάτω και άρχισε να της χαϊδεύει το κορμί. Η κοπέλα δεν είχε ξανανιώσει έτσι στη ζωή της. Πρώτη φορά που άνδρας την άγγιζε κατ' αυτόν τον τρόπο. Έμεινε να ζει τη στιγμή, ενώ αισθανόταν το σώμα της να ξυπνά μέσα από τους ίδιους τους χυμούς της.
Το άγγιγμά του την ξετρέλλαινε και ας στεκόταν ακίνητη καθώς την χαϊδευε και φιλούσε για ώρα. Της έβγαλε το νυχτικάκι και το πέταξε στο πάτωμα. Το εφηβικό της σώμα έλαμπε μπρος στα έκπληκτα μάτια της. Τα στήθη της πάλλονταν από την πρωτόγνωρη έξαψη!
"Εσύ δεν θες να μ' αγγίζεις?" τη ρώτησε το αγόρι σε μια στιγμή. Του απάντησε πως ήθελε να απολαύσει αυτό που της πρόσφερε, μα κατά βάθος εννούσε πως δεν ήξερε τι να κάνει και πως να φερθεί...
Η νύχτα την άφησε με το αφημένο στο πάτωμα νυχτικάκι και τη μυρωδιά του ολόγυρα στο κορμί της. Το σώμα της ακόμα ζεστό από τα χάδια του και η πηγή της να αναβλύζει από μια γλυκιά αίσθηση κινητοποίησης. Της άρεσε αυτό το αγόρι, της άρεσε πολύ! Την επόμενη μέρα αμήχανα αντάλλασαν ματιές και αγγίγματα όσο ήταν έξω με κόσμο. Το βράδυ πάλι στα δωμάτιά τους, η υγρή νύχτα τους έκανε να θέλουν να καθήσουν στο μπαλκόνι. Εκείνη ένιωσε ξανά αυτή την αίσθηση του πόθου να την πλημμυρίζει, πήγε στο μπαλκόνι του που εκείνος βρισκόταν. Κάθησε στα γόνατά του και άρχισε να τον φιλά ασταμάτητα. Το κορμί της πάλι είχε υγρανθεί από την επαφή. Σαν μέλισσα τρυγούσε τα φιλιά του και τα χέρια του άγγιζαν και πάλι το στήθος της, προκαλώντας της ρίγη. Μέχρι που έπιασε η πρωϊνή δροσούλα ήταν μαζί στο μπαλκόνι παίζοντας ο ένας με τον άλλον.
Young lovers, image by www.bartcop.com
Βράδυασε πάλι και με κάποιους ακόμα φίλους βγήκαν για βόλτα στη πλησιέστερη πόλη. Ήπιαν ένα ποτάκι και στην επιστροφή οι δρόμοι με τους φίλους χώρισαν. Έμειναν μόνοι να γυρίσουν στο ξενοδοχείο με τα πόδια. Σταμάτησαν σε ένα αλσήλιο και κάθησαν σε ένα παγκάκι. Πάλι η τρέλλα της έλξης ξύπνησε από τον λήθαργό της και το επόμενο βήμα τους ήταν να πετάξουν τα ρούχα τους μέσα σε μια καμπάνα στη παραλία και έτσι ολόγυμνοι να ερωτοτροπούν, μέχρις που προσπάθησαν να ολοκληρώσουν. Η κοπέλα δεν μπόρεσε να χαλαρώσει, της ήταν αδύνατον να προχωρήσει.
Μα εκείνη ήταν ευτυχισμένη, ενθουσιασμένη, μεθυσμένη από τον άνδρα αυτόν τον θελκτικό που την αναστάτωνε τόσο πολύ! Γύρισαν στην Αθήνα, μπήκε φθινόπωρο, ξαναβρέθηκαν. Μοιράστηκαν φιλιά και χάδια στο αυτοκίνητο, στη βόλτα, αλλά τίποτα δεν έμοιαζε με την ξενοιασιά των διακοπών.
Ένα απόγευμα βγήκαν για καφέ οι δυό τους και τότε της είπε πως τα είχε με κάποιαν άλλη κοπέλα παράλληλα, αλλά επειδή την ήθελε θα χώριζε για να είναι μαζί. Εκείνη το απέκλεισε, ξενέρωσε και στην ιδέα πως θα γινόταν κάτι τέτοιο. Του είπε πως καλύτερα όχι και θέλησε να φύγει από τη μέση. Συναντιόντουσαν όμως συχνά στη γειτονιά και εκείνη ένιωθε πως κάθε φορά που τον συναντούσε της κόβονταν τα πόδια από το καρδιοχτύπι. Ήταν ακόμα υπάκουο παιδί η αφεντιά της, όσο και αν τον ήθελε, επειδή δεν ήταν "της τάξεώς της", άκουσε και τη μαμά που βολικά την καθοδήγησε όταν αντιλήφθηκε το φλερτ της κόρης με το παλληκάρι. Αντ' αυτού, άρχισε να πηγαίνει γυμναστήριο, να ξεχνιέται και να συνεχίζει να είναι το "καλό παιδί" που πάντα ήταν.
Το πανεπιστήμιο τελείωσε, έπιασε την πρώτη της δουλειά, τα χρόνια περνούσαν. Ήταν ήδη 25 χρονών. Ένα βροχερό απόγευμα, με τα ρούχα της δουλειάς και αρκετή κούραση, πετάχτηκε στο σούπερ μάρκετ να ψωνίσει. Τον βρήκε στο ταμείο να περιμένει να πληρώσει και σταμάτησε για να μιλήσουν. Φορούσε ένα καρό πουκαμισάκι και τα γεροδεμένα του μπράτσα ξεχώριζαν ακόμα μέσα από τα μανίκια. Μίλησαν κανονικά, είπαν τα νέα τους, είχαν περάσει κοντά τέσσερα χρόνια από τότε. Χαιρετηθήκαν και στον γυρισμό εκείνη αναρωτιώταν γιατί ένιωθε ακόμα αυτό το κόψιμο στα γόνατα μαζί του. Ήταν φανερό, δεν τον είχε ξεπεράσει! Ο πρώτος ιδανικός έρωτάς της ήταν μέσα της αξεπέραστος...
Πολλά συνέβησαν και στις ζωές των δυο τους εν τω μεταξύ, ακολουθώντας διαφορετικές κατευθύνσεις. Εκείνη ακολουθούσε καριέρα, εκείνος πήρε την επιχείρηση του πατέρα του και δούλευε εκεί. Έμαθε πως παντρεύτηκε μια κοπελίτσα και άνοιξε σπιτικό. Ένα απόγευμα, ένα αυτοκίνητο σταμάτησε εμπρός της στο πεζοδρόμιο. Κατέβηκε μια γνώριμη φιγούρα, τώρα πια λίγο πιο σπασμένος από πριν στα 30 και του. Την χαιρέτησε εγκάρδια και της έδειξε τον πρωτότοκό του στο πίσω κάθισμα. Ο γιός μου της είπε και της ανακοίνωσε πως η γυναίκα του ήταν ήδη έγκυος στο δεύτερο παιδί τους. Μίλησαν για λίγη ώρα, εκείνη ούτε καν είχε μπει στη διαδικασία δημιουργίας οικογένειας. Φιληθήκαν και μπήκε ξανά στο αυτοκίνητό του για να φύγει.
Δεν έτυχε να τον ξαναδεί από τότε, αλλά μάθαινε πως με τα δυό του παιδιά είναι καλά, οικογενειάρχης πια εδώ και χρόνια. ΄Όταν εκείνη άλλαξε αυτοκίνητο, πήρε το ίδιο μοντέλο με το δικό του. Ακόμα αναρωτιέται αν όταν το αντίκρυσε να το οδηγεί εκείνος, της έκανε κάποιο κλικ, ή απλά ήταν τυχαίο ότι τους άρεσε το ίδιο αυτοκίνητο?
Υ.Γ. Την τιμή της επέλεξε να μην τη δώσει σε κανέναν άνδρα, να μην είναι κανένας ο εκπορθητής του φρουρίου της. Το έκανε η ίδια ένα βράδυ, χωρίς πόνο και ενοχές, αποφασισμένη να απαλλαγεί μια και καλή από τους ηθικούς φραγμούς της παρθενίας και δεν μετάνιωσε ποτέ γι' αυτό!
Marialena, 15/06/2007 (μια ιστορία που θα μπορούσε να είναι αληθινή)
Monday, September 22, 2008
H πρώτη φορά
Αναρτήθηκε από Marialena στις 9:06 AM
Ετικέτες fiction, short stories, whispers
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
1 comment:
Ναι, θα μπορούσε ...
Post a Comment