Δεν είχαν περάσει ούτε 24 ώρες από τότε που άφησε ξωπίσω της το νησί για να κινήσει στη μεγάλη πόλη για μια ακόμη φορά...
Ούτε είχαν περάσει άλλες 24 ώρες από τότε που ανέλπιστα έζησε μοναδικές στιγμές που ακόμα κείτονταν ζωντανές μες το μυαλό της. Είχε περάσει όμως και το σοκ της αποκαθήλωσης όταν με μια κουβέντα μόνο διαλύθηκαν τα πάντά μέσα της.
Μέσα στον κύκλο της δεν ήταν όλοι οι γνωστοί και φίλοι της εν δυνάμει εραστές της. Είχε θέσει τα όριά της και διαφύλασσε την κοινωνική και προσωπική της ζωή όσο μπορούσε ξέχωρα και διακριτικά, ενώ οι προτεραιότητές της είχαν αλλάξει προσπαθώντας να προστατέψει τον εαυτό της από μια ακόμη ματαίωση των προσδοκιών της.
Φέρθηκε με κάθε ειλικρίνεια απέναντι στον άλλον άνθρωπο, ήθελε να είναι ο εαυτός της μαζί του με μια πασιφανή χαρά που θα μοιραζόταν κάποιες στιγμές μαζί στην παρέα τους, προσπαθώντας στην αρχή της γνωριμίας του να τον αποκωδικοποιήσει καλύτερα και να τον γνωρίσει περισσότερο.
Τα μάτια του έλαμπαν καθώς μιλούσε και το πρόσωπό του ακτινοβολούσε καθώς χαμογελούσε γεμάτος ζωντάνια και έκπληξη για το αντάμωμα των φίλων μεταξύ τους και εκείνη, η εικόνα της που τον είχε μαγέψει και ήθελε τόσο πολύ να την αντικρύσει. Εκείνη χαιρότανε με την σειρά της που ήταν ευγενής και χαριτωμένος άνθρωπος στη συμπεριφορά του μαζί της, αλλά και με τους άλλους.
Τον είχε σκιαγραφήσει πίστευε αρκετά και γι' αυτό δέχτηκε να περάσει εκείνο το σαββατοκύριακο μαζί του στο νησί, προσκεκλημένη του μαζί με τη παρέα της. Το λιμάνι έφεγγε στο βάθος και τα σπιτάκια τα παραδοσιακά στον οικισμό έδειναν ένα άλλο χρώμα στο τοπίο γύρω. Η θέα την απορρόφησε και αργά το βράδυ καθισμένοι στη βεράντα του σπιτιού του και αγναντεύοντας τη θέα προς τη θάλασσα, άνοιξαν την καρδιά τους και μιλούσαν ειλικρινά για τα μικρά και μεγάλα μυστικά τους, μέχρι να κοιμηθούν.
Η άλλη μέρα ξημέρωσε και η διάθεση της παρέας ήταν να περιηγηθούν τα αξιοθέατα του νησιού που ήθελαν να δουν και εκείνος προσφέρθηκε να τους ξεναγήσει. Η ώρα περνούσε ευχάριστα, ενώ εκείνος αδημονούσε να πάει να ψαρέψει στη θάλασσα για να πιάσει φρέσκο ψάρι για να φάει η παρέα το βράδυ. Η ψαριά ήταν επιτυχής και η συνάντηση μετά το ψάρεμα ήταν για να γευθούν τα φρέσκα ψάρια που μόλις είχαν ψαρέψει στα νερά του πελάγους. Εκείνος συναντιώντας την στην προκυμαία, την έδωσε ένα φιλί στο στόμα για πρώτη φορά, δείχνοντας πως την διεκδικούσε. Το φαγητό ήταν εξαίσιο, ενώ τα ψάρια μύριζαν ακόμα θάλασσα και φρεσκάδα, η παρέα χαλαρή και ευχάριστη και εκείνος σε κάθε ευκαιρία της έδειχνε πως την ήθελε γεμάτος ανυπομονεσία.
Εκείνη το κατάλαβε, μα δεν έδωσε δείγμα ότι το είχε αντιληφθεί στην υπόλοιπη παρέα, ενώ ο ενθουσιασμός εντείνετο ακόμη περισσότερο για εκείνην. Περασμένα μεσάνυχτα κατηφόρησαν προς το μέρος που θα έμεναν το βράδυ, στήνοντας σκηνές κάτω από τη δροσερή σκιά δέντρων κοντά στη θάλασσα. Οι φίλοι έπρεπε να φύγουν και έτσι έμειναν μόνοι τους να μοιράζονται τη σκηνή, ενώ για εκείνην ήταν η πρώτη φορά στη ζωή της που έκανε ελεύθερη κατασκήνωση και με χαρά δέχτηκε να κοιμηθεί στη σκηνή μέσα στη φύση.
Όταν ξάπλωσαν στους υπνόσακούς τους, η πρώτη προσέγγιση δεν άργησε να έλθει για το ζευγάρι, καθώς τα τρυφερά φιλιά έδειναν τη σκυτάλη στα χάδια μεταξύ τους και την ανακάλυψη των σωμάτων στο άγγιγμά τους. Εκείνη δοκίμασε μια πρωτόγνωρη αίσθηση αφύπνισης καθώς ο εραστής της ήταν ικανός να της προκαλέσει ρίγη συγκίνησης με τον τρόπο του καθώς το ερωτικό παιχνίδι μεταξύ τους εξελισσόταν σε ερωτική συνεύρεση που προσέφερε κύματα ηδονής στο διψασμένο για έρωτα και χάδι σώμα της.
Μετά το καταλάγιασμά τους βαθιά μέσα στη νύχτα, εκείνος την πήρε αγκαλιά και αποκοιμήθηκαν έχοντας τα σώματά τους σε επαφή. Το πρωί το ξύπνημα ήταν εξίσου γλυκό και χαρούμενο μετά τη νύχτα που είχαν μαζί περάσει στη σκηνή. Έβαλαν τα μαγιό τους και κίνησαν στην κοντινή παραλία για να δροσιστούν στη θάλασσα, ενώ άφηναν τα ενδύματά τους στην άμμο και κολυμπούσαν οσάν πρωτόπλαστοι, χωρίς ίχνος ενοχής ή εντροπής για την απελευθέρωση από τα ρούχα σώματά τους. Πρώτη φορά έκανε απροκάλυπτα γυμνισμό καθώς η όποια σεμνοτυφία και ηθικολογία είχαν πάει περίπατο, μπροστά στην εμπειρία που βιώνε ανάμεσα σε άλλους εξίσου χαλαρούς ανθρώπους που έκαναν και εκείνοι γυμνισμό στην ίδια παραλία.
Εκείνη χαιρόταν αυτό που ζούσε και εκείνος έδειχνε με κάθε τρόπο την λαχτάρα του να την αγγίζει και να την φιλάει. Η ίδια διάθεση διήρκεσε και μέχρι το απόγευμα καθώς επέστρεφαν και μέσα στο αυτοκίνητο συζητούσαν για τις ζωές τους και τα θέλω τους. Τον άκουγε προσεκτικά καθώς της εξιστορούσε παλιότερες καταστάσεις στη ζωή του και εκείνη στη συνέχεια πήρε τον λόγο κάπως διστακτικά, προσπαθώντας να είναι όσο πιο ξεκάθαρη γίνεται στα μηνύματα που εξέπεμπε στον συνομιλητή της.
"Και τι θα γίνει με εμάς", τον ρώτησε κάποια στιγμή ενώ ακολούθησε μια παύση και για τους δύο. "Ξέρεις..." της απάντησε, "δεν θέλω μια ακόμα σχέση εξ αποστάσεως, κουράστηκα, θέλω να ριζώσω στον τόπο μου επιτέλους", ενώ εκείνη αποσβωλομένη προσπαθούσε να μιλήσει όσο το δυνατόν λιγότερο γιατί μέσα της είχε ήδη αρχίσει να τα χάνει.
"Και βέβαια" του απάντησε "οι σχέσεις εξ αποστάσεως δεν είναι το ευκολότερο πράγμα" πρόσθεσε, "αλλά αν θέλει κανείς κάτι πολύ βρίσκει τρόπο να το κάνει πραγματικότητα". "Μου αρέσεις" της είπε μετά από λίγο "αλλά δεν θέλω να κάνω σχέση, θέλω να είμαι ελεύθερος να κάνω αυτά που μου αρέσουν". "Θέλω να σε βλέπω να περνάμε καλά μαζί και όλα καλά" σκέφθηκε φωναχτά ενώ εκείνη ψέλισσε πως είχε ανάγκη να πιστέψει σε ένα όνειρο για να μπορεί να προχωρήσει. Το σεξ μόνο δεν ήταν καθοριστικός παράγοντας για να την κάνει να παραβλέψει την συναισθηματική εγγύτητα, που είχε ανάγκη για να αισθάνεται καλά με τον σύντροφό της.
"Δεν σε απορρίπτω, πρόσεξε, μην το βλέπεις έτσι σε παρακαλώ" γύρισε και της είπε στη συνέχεια, ενώ εκείνη δεν μπόρεσε να αρθρώσει λέξη για την ανατροπή που βίωνε λίγες ώρες μετά την πανδαισία του έρωτά τους το βράδυ. "Ναι ήμουν προετοιμασμένη για κάτι τέτοιο" του απάντησε "ακόμα και πριν έλθω ήταν στο μυαλό μου, αλλά δεν περίμενα ότι θα μου συνέβαινε κιόλας" έκλεισε την κουβέντα της.
Έφτασαν λίγο πριν το δειλινό σε ένα μοναστήρι που ήθελε εκείνη να προσκυνήσει και εκείνος να παραστεί σε μια τελετή στο εκκλησάκι μέσα στη μονή. Εκείνη κατευθύνθηκε προς το σκήνωμα του τοπικού αγίου που φιλοξενούνταν εκεί για να προσκυνήσει, ενώ τα μάτια της γέμιζαν δάκρυα συγκίνησης μα και απόγνωσης για το τι είχε προηγηθεί μεταξύ τους καθώς ερχόταν με το αυτοκίνητο. Ξέσπασε μπροστά στην εικόνα του αγίου ζητώντας του να την λυπηθεί και να μην της έρχονται τέτοιες πίκρες στη ζωή της. Δεν ήξερε προς ποιόν έκανε την ικεσία τελικά μέσα σε λυγμούς, στον Θεό ή σε εκείνον που μόλις της είχε κάνει φανερή τη περαιτέρω στάστη του? Ή καλύτερα στον ίδιο τον εαυτό της?
Η επιστροφή για την αναχώρηση με το πλοίο της γραμμής εσήμανε και την αντίστρφη μέτρηση για την αναχώρησή της από το νησί. Εκείνος την συντρόφευε καθώς εκείνη τακτοποιούσε με τάξη τα πράγματά της μέσα στον σάκο της, ενώ φρόντιζε να μην ξεχάσει κάτι στον χώρο που έμενε. Την φίλησε τρυφερά κάποιες στιγμές και ενώ το ρολόι έδειχνε ότι δεν υπήρχαν άλλα περιθώρια για να είναι χαλαροί, αναχώρησαν για το λιμάνι. Σε λίγα λεπτά, στέκονταν μπροστά στο πλοίο και πέρνοντας σειρά στην ουρά για την επιβίβαση, εκείνος της κρατούσε το χέρι. "Θέλω να σε ξαναδώ, πολύ" της είπε "θα μπορέσεις να ξανάλθεις?". Εκείνη ένιωσε να γίνεται μια μάχη μέσα της ανάμεσα στην άρνηση και στην κατάφαση. "θα προσπαθήσω" του απάντησε, "δεν ξέρω ακόμα..." πρόσθεσε ενώ του ψιθύρισε ότι θα ήθελε να ήταν εισητήριο στην τσέπη της, για να τον πάρει μαζί της στο ταξίδι της επιστροφής, όπως λέει και το τραγούδι του Παντελή Θαλασσινού.
Ενιωθε μέσα της επιθυμία να τον ξαναδεί μα και απογοήτευση, μιας και εκείνος δεν είχε αφήσει περιθώρια με την δήλωσή του για μια επαφή πέραν από το επιφανειακό και το εγωϊστικό, αν θέλεις, "εγώ τη ζωή μου και εσύ δεν θέλω να σταθείς εμπόδιο στις ενασχολήσεις μου". Αυτό εισέπραττε εκείνη, ότι δεν της έδινε το έναυσμα για να θέλει να προσπαθήσει και η ίδια παρά την απόσταση και τις διαφορετικές ζωές τους, να του δώσει μια ευκαιρία. Άλλωστε αυτό που εκείνος ίσως δεν είχε ακόμα αντιληφθεί, ήταν ότι εκείνη δεν άνοιγε την καρδιά της στον καθένα και εκείνος ήταν από τους λίγους και εκλεκτούς άνδρες που του είχε εξομολογηθεί τις μύχιες και τις απόκρυφες, σχεδόν ανομολόγητες σκέψεις της γύρω από τον Έρωτα, την Αγάπη και τη Ζωή.
Για μια ακόμη φορά, η Μοίρα της έπαιζε παράξενα παιχνίδια...
Μαριαλένα, 9/9/2008
Tuesday, September 09, 2008
Εισητήριο στην τσέπη σου...
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
3 comments:
Δυστυχώς όταν οι άνθπωποι κάνουν όνειρα και σχέδια οι θεοί γελάνε.Αλλά πόσες φορές και αυτή θα φέρθηκε αντίστοιχα χωρίς να το καταλάβει γιατί ίσως να μην την ενδιέφερε να το καταλάβει. ωραίες σκέψεις
ως θεσσαλονικιός ένα έχω να πω...
πολλλύ ωραίο!!!
μπράβο σου Μαριλένα!
byeee;-)
@ Barel: Καλοσώρισες στη σελίδα μου! Ναι, έχεις δίκιο, ότι κάνουμε πολλές φορές επιστρέφει σε εμάς σαν ανταποδοτική πράξη. Το πρόβλημα είναι όταν έχουμε σχηματίσει στεγανά στην οπτική μας και δεν κάνουμε τις απαραίτητες αλλαγές για να βάλουμε στη ζωή μας καινούργια και καλοδεχούμενα πρόσωπα και καταστάσεις. Τότε αντιδρούμε και πληγώνουμε ο ένας τον άλλον, όταν δεν είμαστε έτοιμοι για κάτι ανάλογο.
@ Φρέσκο: Θεσσαλονικιέ μου εσύ, μου έχεις δώσει δείγματα ωριμότητας μεγαλύτερης από την ηλικία σου και χαίρομαι που είσαι τέτοιο άτομο. Σου άρεσε ε? Αλήθειες μιας ψυχής είναι...
φιλάκια!
Post a Comment