Wednesday, October 17, 2007

«…Αγάπη μου!»

Αυτή η λέξη της ερχόταν στο στόμα όποτε αυτός που της την είχε πρωτοπεί, πρόβαλε κάθε φορά στο μυαλό της. Ένας χρόνος είχε περάσει από το περασμένο φθινόπωρο, όταν εκείνη μετά την αποστασιοποίησή της το προηγούμενο καλοκαίρι, ένιωσε την ανάγκη να τον ξαναδεί, να του μιλήσει ενάμιση χρόνο μετά τον χωρισμό τους.

Τον πήρε τηλέφωνο και άκουσε ξανά τη φωνή του μετά από τόσον καιρό, όταν του ζήτησε να βγουν για καφέ και εκείνος αν και επιφυλακτικός, δέχτηκε τη πρότασή της.
Σάββατο απόγευμα και συναντήθηκαν ξανά εκεί που είχαν δώσει το πρώτο τους ραντεβού έναν κρύο και βροχερό Νοέμβρη, στην ίδια γωνιά που η μοίρα τους έφερε κοντά, όπως τότε.

Του άνοιξε την καρδιά της και του εξομολογήθηκε πράγματα για όλον εκείνο τον καιρό που ήταν χώρια, που από καιρό ένιωθε πως ήθελε να του τα πει και είχε φτάσει η ώρα. Εκείνος την άκουγε και είπε ξανά τη μαγική λέξη γεμάτη αναστεναγμό και παράπονο: «…αγάπη μου!», όπως τότε που την είχε στην αγκαλιά του στο κρεβάτι του και κοιτάζοντάς τη στα μάτια της είπε αυτή τη μοναδική εξομολόγηση. «…αγάπη μου!»

Εκείνη σηκώθηκε από τη θέση της, νιώθοντας ξανά την ανατριχίλα που διαπέρασε το κορμί της όταν το πρωτάκουσε και τον αγκάλιασε φιλώντας τον τρυφερά. «Δεν το άντεξα τότε που μου το είπες, το ξέρεις…» του είπε κατεβάζοντας τα μάτια σαν να ντρεπόταν. «Εγώ όμως σ’ αγάπησα» της απάντησε εκείνος. «Κι εγώ…» είπε εκείνη με φωνή να σβήνει από τις θύμησες. «Κι εγώ…»

Η ώρα περνούσε και ο καφές έδωσε τη θέση του, στη πρότασή του να πάνε σπίτι του να καθίσουν. Την οδήγησε ξανά στο διαμέρισμά του, που από εργένικο στέκι, είχε πια μεταμορφωθεί σε σπίτι με έπιπλα και ατμόσφαιρα. Εκείνη τώρα πια δεν είχε αμφιβολία ούτε για μια στιγμή, ότι τα ενδεχόμενα ήταν ανοιχτά ανάμεσά τους και ήταν έτοιμη για όλα μαζί του. Θυμήθηκε την πρώτη φορά που την κάλεσε σπίτι του και εκείνη ανήσυχη όσο περνούσε η ώρα, έπρεπε να επιστρέψει σπίτι της γιατί δεν γινόταν αλλιώς. Τώρα, όχι δεν θα επέστρεφε σπίτι της τρέχοντας, δεν θα επαναλάμβανε το λάθος εκείνης της βραδιάς μαζί του ξανά.

Τα χείλη τους ενώθηκαν τρυφερά στην αρχή και όσο περνούσε η ώρα ολοένα και πιο αχόρταγα, ενώ η γλύκα των φιλιών τους έσμιγε τους χυμούς του κορμιού τους και τη μυρωδιά του ιδρώτα που ξεπηδούσε από την ένωση των δυο αυτών ανθρώπων. Η ηρεμία και η χαρά που ζωγραφίζονταν στα πρόσωπά τους τον παλιό καλό καιρό, ήταν ακόμα εκεί. Κοιτάζονταν βαθιά μέσα στα μάτια και ψιθύριζαν λογάκια δικά τους, λόγια του έρωτα, λόγια που τους έφερναν ακόμα πιο κοντά καθώς έπεφταν σιγά σιγά οι αντιστάσεις και ο ένας ήταν στη διάθεση του άλλου. Σε αυτόν τον άνθρωπο αυτή η γυναίκα, το ήξερε καλά πως του είχε δοθεί ολοκληρωτικά στο παρελθόν, έστω και αν ήταν τόσο ανασφαλής να μην μπορέσει να του το εκφράσει ποτέ με λόγια, μα το σώμα της είχε μνήμη και θυμόταν καλά τι σήμαινε να αφήνεται στα χάδια του έρωτά του.

Δεν ήταν σεξ αυτό που έκαναν αυτοί οι δυο, έρωτας ήταν, σμίξιμο στο σώμα και τη ψυχή, λες και ήταν γραφτό να συναντηθούν οι εραστές για να συμβεί ακριβώς αυτό το πράγμα και να χαραχτεί στο μυαλό της ανεξίτηλα, η μοναδική αυτή αίσθηση. Κατάκοποι και γεμάτοι έπεσαν για ύπνο, με τα σώματα ακόμα γυμνά να εκπέμπουν τη ζεστασιά του κορμιού που ποθήθηκε, που αγγίχτηκε και εκφράστηκε στου έρωτα τη ζάλη πριν από λίγο. Άνοιξε τα μάτια της και είδε απέναντι μια μπλε αύρα να έχει λούσει τον άνθρωπό της. Χαμογέλασε, η ευαισθησία τους ήταν τόσο μεγάλη όσο ήταν μαζί που ήταν συνηθισμένο φαινόμενο να βλέπουν και με τα μάτια της ψυχής τους πράγματα που ίσως με άλλους ή αλλιώς δεν είχαν την ευκαιρία να ζήσουν. Τον ξύπνησε να του το πει ενώ τον φιλούσε και η αύρα τώρα είχε γίνει κομμάτι και των δυο τους. Ένα υπέροχο μπλε λουλακί φως τους είχε περιλούσει, λίγο πριν τα βλέφαρά της σφαλίσουν για τα καλά και την οδηγήσουν στα μονοπάτια του ύπνου στην αγκαλιά του.

Το διάστημα που ήταν χωριστά, εκείνη ένιωθε πως άλλαζε, πράγμα που το πρόσεξε κι εκείνος μαζί της. Τόλμησε να του ζητήσει όχι πια χωρίς λόγια, αλλά και με έργα να βγάζει την ανδρική του πλευρά στο ερωτικό παιχνίδι, άρχισε να του εκφράζεται λεκτικά για να τον ενθαρρύνει και η δίψα να αναπληρώσει τον χαμένο χρόνο την έκανε να μην θέλει να φύγει από κοντά του. Ήθελε να του πει ότι τον θέλει ξανά μες τη ζωή της, να κάνουν μια καινούργια αρχή, αλλά ακόμα δεν ένιωθε έτοιμη να το δηλώσει δημόσια, γι’ αυτό και όταν έγινε νύξη για το θέμα, εκείνη ξανακλείστηκε στο καβούκι της και θύμισε ξανά τον γνώριμο εαυτό της από το παρελθόν.

Μετά το σαββατοκύριακο μαζί την οδήγησε σπίτι της, όπου και της επεφύλασσε μια έκπληξη. Την επόμενη εβδομάδα, αν ήταν ελεύθερη, ήθελε να την «απαγάγει» για να της μαγειρέψει και να περάσει το σαββατοκύριακο, ως όμηρός του στο σπίτι του. Εκείνη λάτρευε τέτοιες μυθοπλασίες και δέχτηκε ευχαρίστως την πρόσκλησή του, ελπίζοντας πως όταν θα τελούσε σε αιχμαλωσία, ως άλλη ερωτική του σκλάβα, θα του έλεγε επιτέλους και την απόφασή της να ξανασμίξουν.

Περίμενε με τόση λαχτάρα το επόμενο σαββατοκύριακο να έρθει, αλλά η μοίρα της επεφύλασσε άλλα σενάρια, πολύ πιο πραγματικά από την πρόταση του αγαπημένου της. Μεσοβδόμαδα, λες και εκείνη η σιωπή και η πάλαι ποτέ ανασφάλειά της για δέσμευση, έφτιαξαν στο κεφάλι του μια πολύ διαφορετική εικόνα, που βάλθηκε να δρομολογήσει, χωρίς όμως εκείνη να ξέρει το παραμικρό.

Ένα μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προς κοινό τους γνώριμο βρήκε τον δρόμο προς και το δικό της e-mail κι έτσι έφτανε για να γκρεμιστούν όλα μέσα της, όταν διαπίστωσε πως εκείνος αναφερόμενος στη σχέση τους παλιότερα, ακύρωνε κάθε ένα από τα συναίσθηματά της και τη θεωρούσε ψεύτρα απέναντί του. Μαχαίρι στη καρδιά τη βρήκε, καθώς το ανακάλυψε με τα μάτια της μέσα από την ειρωνεία της τύχης και τα δάκρυα δεν σταματούσαν να τρέχουν στο πρόσωπό της μέχρι τα μεσάνυχτα που κατάκοπη πια παρέδωσε το πνεύμα. Δεν είχε πιστέψει τις προθέσεις της αυτή τη φορά κι όταν του δόθηκε η ευκαιρία, την πλήγωσε με το πιο σκληρό νόμισμα, με το να την εκδικηθεί μέσα από τρίτους για να ξεπληρώσει τη δική του απελπισία, όταν εκείνη δυόμισι χρόνια πριν του ζήτησε να χωρίσουν, όταν τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά μεταξύ τους. Της το φίλαγε τόσον καιρό και τώρα του παρουσιάστηκε η ευκαιρία να της δείξει πόσο είχε υποφέρει κι εκείνος, όταν εκείνη έφυγε από τη ζωή του χωρίς να καταλαβαίνει τι πραγματικά έφταιξε.

Ναι το είχε πάρει το μάθημά της και δεν είχε νόημα η περαιτέρω εξήγηση απέναντί του. Δεν θέλησε να τον ξαναδεί και του έδειξε καθαρά πως μια τέτοια σχέση δεν οδηγούσε πουθενά. Δεν άντεχε μια ακόμα φορά να πληγωθεί, ενώ οι προθέσεις της απέναντί του ήταν εκ διαμέτρου αντίθετες. Του έγραψε μόνο ένα μήνυμα που του είπε ότι κατάλαβε γιατί το έκανε αυτό και εύχεται να είναι καλά, ό,τι και αν κάνει στη ζωή του και το πήρε απόφαση ότι αυτό ήταν, ο κύβος ερρίφθη.

Πέρασε ο δύσκολος χειμώνας μοναχικά και καθώς ξημέρωνε 14 Φεβρουαρίου, βρήκε στο ηλεκτρονικό της ταχυδρομείο ένα μήνυμά του. Δεν το περίμενε, αλλά με έκπληξη και αγωνία για το περιεχόμενο, το άνοιξε για να το διαβάσει. Κατάθεση ψυχής της έκανε, ανήμερα της Γιορτής των Ερωτευμένων, λέγοντάς της ότι είναι η αγάπη της ζωής του και αν μπορεί να κάνει κάτι για να είναι ευτυχισμένη, αρκεί μόνο να το ζητήσει. Εκείνη, διάβασε το μήνυμα αρκετές φορές μέχρι να αποφασίσει να απαντήσει σε αυτά που της έλεγε. Δεν ρίσκαρε τρίτη φορά να τον προσεγγίσει, το γεγονός ότι η αγάπη μεταξύ τους πλήγωνε, δεν της άφηνε περιθώρια για επανάληψη του ίδιου έργου ξανά. Του απάντησε με μεγαλοψυχία, με την ευχή να τον έχει ο Θεός καλά και να δίνει αγάπη στους συνανθρώπους του. Δεν του κρατούσε κακία, ούτε γύριζε το μυαλό της στα γεγονότα του φθινοπώρου, είχε πει ότι θα τα άφηνε πίσω της και αυτό έκανε πράξη.

Κι έφτασε πάλι το επόμενο φθινόπωρο και έκλεινε χρόνος από την τελευταία τους συνάντηση έναν χρόνο πριν. Τώρα πια εκείνος ήταν αλλού και εκείνη το ίδιο, μα η ανάμνηση του ανεκπλήρωτου υπήρχε μέσα στο μυαλό της, έστω και αν ήταν πια μόνο ένα ερωτηματικό, ίσως και ένα απωθημένο χωρίς διέξοδο. Εκεί που ο καιρός πια είχε αρχίσει να κρυώνει, που η μέρα μίκραινε κάθε απόγευμα που περνούσε, εκείνη επέστρεψε στο σπίτι της το εργένικο, μετά από μια γεμάτη εργασιακή μέρα που τελείωσε αργά το απόγευμα και έκατσε να φάει και να ξεκουραστεί. Με το μυαλό της γεμάτο από έγνοιες και σκέψεις διάφορες, αποκοιμήθηκε στον καναπέ και κίνησε να ξαπλώσει κανονικά στο κρεβάτι περασμένα μεσάνυχτα.

Μα ο ύπνος δεν την έπαιρνε και ανήσυχη γυρνούσε αλλάζοντας πλευρά, μα δεν κατάφερε να την πάρει ο ύπνος, αν και η ώρα είχε πάει τέσσερις το πρωί, ίσως και παραπάνω. Πήρε ένα αγγειοδιασταλτικό χάπι για τον πονοκέφαλο και αφού λίγη ώρα αργότερα το χάπι έδρασε, ένιωσε να βουλιάζει το κεφάλι της στο μαξιλάρι και να κλείνει επιτέλους τα μάτια αποκαμωμένη. Εκείνος ήλθε στο όνειρό της, με τη ζεστασιά του να τυλίγει ξανά το κορμί της, ενώ στο υποσυνείδητό της εκτυλισσόταν ξανά μια ακόμα σκηνή από τις αναμνήσεις που είχε κρατήσει από τον καιρό που ήταν μαζί. Ένιωσε σαν να είχε αφεθεί πάλι στα χέρια του και ξαπλωμένη στο κρεβάτι του, να απολαμβάνει τα χάδια και τα φιλιά του, ενώ κοιτάζονταν όπως πάντα στα μάτια. Ίσως το όνειρο αυτό να κράτησε πολύ, ίσως ελάχιστα, μα νωρίς το πρωί ξύπνησε με την αίσθηση πως το σώμα της είχε κινητοποιηθεί ερωτικά από τον κρυφό της πόθο.

Πήρε τηλέφωνο στη δουλειά, η ταλαιπωρία της προηγούμενης νύχτας δεν της είχε αφήσει δυνάμεις για να ετοιμαστεί για μια ακόμα πολυάσχολη μέρα στο γραφείο κι έτσι ειδοποίησε πως δεν θα πήγαινε. Ξαναξάπλωσε ταλαιπωρημένη ανάμεσα στα σκεπάσματα και ασυναίσθητα ένιωσε το κορμί της να αποζητά την αίσθηση που είχε προβάλει πριν από λίγο στο όνειρό της. Έκλεισε τα μάτια και ενώ τυλίχθηκε με την κουβέρτα για να αποφύγει την πρωινή ψύχρα, ευχήθηκε πως η αγάπη της ζωής της, θα ερχόταν ξανά να ολοκληρώσει το όνειρο και να της χαρίσει εκείνες τις μοναδικές στιγμές της ένωσης ψυχή τε και σώματι, που μόνον οι δυο τους με τη χημεία ανάμεσά τους, είχαν καταφέρει να κάνουν πραγματικότητα.




"Μια μέρα που θα με ρωτήσεις ποιόν αγαπώ περισσότερο, Εσένα ή τη Ζωή μου και θα σου απαντήσω τη Ζωή μου, θα φύγεις μακριά μου χωρίς να ξέρεις ότι Εσύ είσαι η Ζωή μου..."
Love of my life, image by http://mindmomentum.com

Marialena, 25/09/2007

4 comments:

panagiota said...

Μια ερώτηση μόνο θα κάνω.
Μέσα σε όλο αυτό το πάθος βρήκε η κάθε ψυχή το άλλο της μισό?

Marialena said...

Μ' αρέσει που είσαι θαρραλέα και αντί να παγώσεις και να μην ρωτήσεις τίποτα επ' αυτού, με ρωτάς κάτι πραγματικά υπέροχο:

Μέσα σ' αυτό το πάθος, η ψυχή άγγιξε έστω και φευγαλέα μέσα από την επαφή σωμάτων και ψυχών το Δημιουργό της και αυτό το γεγονός ήταν πραγματικό Θείο Δώρο!

Το άλλο μισό, όχι δεν το βρήκε, μπορεί και να μην το βρει ποτέ της άλλωστε, αλλά τουλάχιστον συνειδητοποίησε πως δεν υπάρχουν άλλα μισά, αλλά συνοδοιπόροι σε παράλληλες πορείες...

Σε φιλώ καρδούλα μου!

MenieK said...

kalo brady, kapou ekei ejo einai to ena apo ta polla alla sou missa eimai sigouri 8a to breis ;) (den exo kai elliniko pliktrologio, edo pou eimai gmt...)

Marialena said...

Den peirazei, ftanei pou sou vgike na mou grapseis kati toso omorfo, oso i simerini nyxta kai oso gia to elliniko pliktrologio, ekei tha kollisoume? It's always the thought that counts!

pou eise tora kamari mou kai mou grafeis apo to iperperan? Filia!