Κατάγονταν από τα ίδια μέρη, μα μεγάλωσαν αλλού. Εκείνη σε μια χώρα της Δύσης, εκείνος στον τόπο καταγωγής τους. Γνωρίστηκαν στα νεανικά τους χρόνια και με αφετηρία την γενέθλια πόλη, η φιλία τους εξελισσόταν σε μια διατλαντική γέφυρα δυο πολιτισμών. Εκείνη του έλεγε πάντα ότι το είχε σκοπό στη ζωή της να επιστρέψει στα πατρογονικά εδάφη και εκείνος απλά ζούσε και εργαζόταν πια εκεί, έχοντας φτιάξει μια καλή ζωή.
Κάποτε της έστειλε μια πρόσκληση για Ιταλία, λέγοντάς της ότι θα βρισκόταν στη Βόρειο Ιταλία για έξι μήνες, για μια μετεκπαίδευση πάνω στη δουλειά του και την προσκαλούσε όποτε ήθελε να πάει να τον επισκευθεί. Είχε να δει τον φίλο της κάποια χρόνια και καθώς η άνοιξη είχε μπει για τα καλά, αποφάσισε να πάει να τον βρει.
Την περίμενε στο αεροδρόμιο και μαζί επέστρεψαν στο ξενοδοχείο που θα έμεναν και οι δυο. Τα τοπία του Ιταλικού Βορρά τριγύρω έδιναν χρώμα στη θέα και το δωμάτιο που θα έμεναν από κοινού, φιλόξενο. Εκείνος, φιλικός και κοσμοπολίτης από χαρακτήρος, την περίμενε για να φάνε μαζί σε λίγο και να τα πούνε. Εκείνη, περιπετειώδης άνθρωπος, χαιρόταν τη συντροφιά τους και αντάλασσαν τα νέα τους.
Παρόλο που ο αέρας του την έλκυε, ποτέ δεν είχε ομολογήσει στον εαυτό της ότι της άρεσε πραγματικά αυτός ο μακρυνός της φίλος. Τον έβλεπε πάντα σαν κάτι έξω από αυτήν, έναν όμορφο άνδρα πέραν του βεληνεκούς της. Όμως, όταν το βράδυ επέστρεψαν στο δωμάτιο και έκαναν να κοιμηθούν, εκείνος διακριτικά μεν, αλλά αποφασισμένος δε, τη πλησιάσε ερωτικά. Νευρική η πρώτη τους επαφή, έμοιαζε σαν να ήθελε να την κατακτήσει, ίσως και γι' αυτό να την είχε προσκαλέσει να πάει να τον βρει από μια μεριά. Της έμεινε το αίσθημα της ανικανοποίησης, μα η πρώτη αυτή φορά ήταν και για τους δυο διερευνητική.
Τις επόμενες μέρες, περνούσαν τον καιρό τους περπατώντας στην μεσαιωνική πολιτεία που βρισκόταν, επισκέπτονταν τα μνημεία, μιλούσαν, γελούσαν, όντας μαζί για όλη την ημέρα. Η επαφή τους στο κρεβάτι, ολοένα και γλύκαινε καθώς μάθαινε ο ένας τους τρόπους του άλλου. Εκείνη δεν χόρταινε να αγγίζει το καλογυμνασμένο του σώμα, ενώ εκείνος ερεθιζόταν και μόνο στη σκέψη ότι εκείνη ανταποκρίνονταν στον έρωτά του.
Καθώς η μέρα που θα αναχωρούσε για την πατρίδα της πλησίαζε, αποφάσισαν να πάρουν το τρένο και να πάνε ένα ταξίδι να δουν κάποια μέρη πέραν της περιοχής τους, σαν μια εκδρομή. Το τρένο διέσχιζε τη μισή Ιταλία για να φτάσουν στον προορισμό τους και εκείνοι οι δυο, δίπλα δίπλα, έμοιαζαν σαν πιτσουνάκια, έτσι χαλαροί και ευχαριστημένοι που έδειχναν. Πέρασαν μια γεμάτη από περιηγήσεις μέρα, χαζολόγησαν στην θάλασσα που ήδη είχαν φτάσει, λέγοντας πόσο τους θύμιζε το τοπίο την κοινή τους πατρίδα και το βραδάκι επέστρεφαν ξανά στη πόλη τους αποκαμωμένοι.
Think2, image by tinpan.fortunecity.com
Στο τρένο εκείνος είχε γύρει πάνω της και της κρατούσε το χέρι στη διαδρομή, ενώ εκείνη τρυφερά τον χάιδευε και χαιρόταν αυτό το μαζί τους. Η διαμονή της τελείωσε και έπρεπε να φύγει ξανά μακρυά. Την πήγε στο αεροδρόμιο, η αίσθησή της ήταν πως μέχρι εδώ ήταν, ενώ προσπαθούσε να μην δείξει την συγκίνησή της στον αποχαιρετισμό.
Άλλωστε ήξερε πως δυο άνθρωποι σε δυο ηπείρους, ήταν δύσκολο να έχουν μιαν άλλη σχέση από αυτήν, ο καθένας είχε τη ζωή του εκεί που έμενε.
Η εικόνα των δυό τους στο τρένο να κρατιόνται από το χέρι και εκείνος να κοιμάται στην αγκαλιά της, δεν έλεγε να της φύγει από το μυαλό όσο και αν περνούσε ο καιρός. Ευχόταν πολλές φορές να μπορούσε να έχει κάτι τέτοιο στην πολυάσχολη ζωή της, της έμοιαζε με όαση τρυφερότητας κάτι τέτοιο και πόσο της έλειπε!
Η επικοινωνία που αντάλλασαν ήταν πάντα φιλική με μια δόση φλερτ που έμενε στο χαρτί. Είχε να ακούσει από κεινον αρκετούς μήνες, μέχρι που ένα μήνυμά του την έβαλε πάλι σε σκέψεις! Την ρωτούσε τι θα έκανε με ταξίδια της αυτό το καλοκαίρι, εμμέσως πλην σαφώς, της πέταγε το μπαλάκι για να βρεθούν ξανά. Του απάντησε ότι ήταν διαθέσιμη και αναμένοντας τη δική του αντίδραση, άρχισε να σκέφτεται πως αυτή την φορά θα έβρισκε ευκαιρία επιτέλους και θα πήγαινε να επισκευθεί τη γη των προγόνων της, σαν προσκύνημα, ενώ φανταζόταν ότι θα ξανάβλεπε τον φίλο της και ίσως να επαναλαμβανόταν το ερωτικό τους σμίξιμο, όπως τότε στην Ιταλία.
Περίμενε μόνο μια δική του καταφατική απάντηση και τότε δεν θα την σταματούσε τίποτα!
Μα θεωρούσε πως εκείνος δεν συμμεριζόταν αυτά που ένοιωθε μέσα στην καρδιά της. Του πήρε καιρό να απαντήσει στο μήνυμά της και το μόνο που έλεγε ήταν απλές τυπικότητες, χωρίς να αφήνει περιθώριο για μια ακόμα συνάντησή τους. Δεν του είπε τίποτα για την επιθυμία της, αλλά μέσα της ήξερε πολύ καλά πως κάποια μέρα θα πήγαινε να επισκευθεί την γη των προγόνων της, αλλά αν τον έβλεπε ξανά αυτό παρέμενε μυστήριο μέσα στο μυαλό της. Το μόνο που έκανε ήταν να αφήνει την Τύχη να αποφασίσει για τα μελλούμενα...
Marialena, 24/06/2007
Wednesday, July 09, 2008
Δύση κι Ανατολή
Αναρτήθηκε από Marialena στις 7:50 PM
Ετικέτες fiction, short stories, whispers
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
2 comments:
Ολα τελικά πρέπει να αφήνονται στην Θεά Τύχη...
Αν είναι να "κάτσει" το κέικ...έκατσε!
Φιλιά πολλά από τον Βορρά!
(Ασε που μ'αυτήν την ζέστη μόνο Βορειότερα είναι να πηγαίνουμε)
Ναι Γιωτούλα μου, όσο και αν έχουμε την ψευδαίσθηση ότι εμείς ελέγχουμε τα πράγματα στη ζωή μας, μάλλον το αντίθετο συμβαίνει και όσο γρηγορότερα το συνειδητοποιήσει κανείς αυτό, τόσο καλύτερα για την ψυχική του υγεία.
Μια ψευδαίσθηση πραγματικότητας είναι ο ρους των πραγμάτων και τίποτε άλλο. Σε φιλώ!
Post a Comment